Ακολουθούν δεκαπέντε συγγραφικές συμβουλές από τον βραβευμένο με Νόμπελ Κολομβιανό δημιουργό, αποσπάσματα από συνεντεύξεις του:
Γράψτε για αυτά που ξέρετε:
Χρειάστηκε να δώσω σε έναν νεαρό συγγραφέα κάποιες συμβουλές και του είπα να γράψει για κάτι που του έχει συμβεί. Είναι πάντα εύκολο να διακρίνει κανείς εάν ένας συγγραφέας γράφει για κάτι που του έχει συμβεί ή για κάτι που έχει διαβάσει ή για κάτι που του έχει πει κάποιος. Ο Πάμπλο Νερούδα γράφει σε ένα ποίημα του: «Θεέ μου, βοήθα με να επινοώ όταν τραγουδώ». Πάντα με διασκεδάζει που ο μεγαλύτερος έπαινος για τη δουλειά μου αφορά τη φαντασία μου, ενώ στην πραγματικότητα δεν υπάρχει ούτε μια γραμμή σε όλη μου τη δουλειά που να μην βασίζεται σε κάτι αληθινό. Το θέμα είναι ότι η πραγματικότητα στα μέρη απ' όπου προέρχομαι θυμίζει την πιο ξέφρενη φαντασίωση.
–από συνέντευξή του στο The Paris Review, 1981
Αγνοήστε το κλισέ του «πεινασμένου καλλιτέχνη»:
Σε γενικές γραμμές πιστεύω ότι γράφεις καλύτερα όταν έχεις όλες τις απαραίτητες ανέσεις. Δεν υποστηρίζω τον ρομαντικό μύθο ότι ο συγγραφέας πρέπει να λιμοκτονεί και να είναι κατεστραμμένος για να μπορέσει να δημιουργήσει. Γράφεις καλύτερα αν έχεις φάει ένα καλό γεύμα και αν έχεις μια ηλεκτρική γραφομηχανή.
– από συνέντευξή του στον Plinio Apuleyo Mendoza

Τελικά, η λογοτεχνία δεν είναι παρά μια μορφή ξυλουργικής... Και τα δύο απαιτούν πολλή σκληρή δουλειά. Το να γράψεις κάτι είναι σχεδόν το ίδιο δύσκολο με το να φτιάξεις ένα τραπέζι. Και στα δύο, εργάζεσαι με την πραγματικότητα, υλικό εξίσου σκληρό με το ξύλο. Και τα δύο είναι γεμάτα κόλπα και τεχνικές. Στην ουσία, απαιτείται ελάχιστη μαγεία και πολλή σκληρή δουλειά. Και όπως είπε ο Προυστ, νομίζω, χρειάζεται δέκα τοις εκατό έμπνευση και ενενήντα τοις εκατό εφίδρωση. Δεν έχω ασχοληθεί ποτέ με την ξυλουργική, όμως είναι η δουλειά που θαυμάζω περισσότερο, ειδικά επειδή δεν μπορείς ποτέ να βρεις κάποιον να την κάνει για σένα.
– από συνέντευξή του στο The Paris Review, 1981
Ξεκινήστε νωρίς:
Να κάτι που άκουσα τον Δομινικανό συγγραφέα Χουάν Μπος να λέει στο Καράκας πριν από είκοσι πέντε περίπου χρόνια: Είπε πως έπρεπε να μάθεις την τέχνη της γραφής -τις τεχνικές, τους τρόπους δόμησης μια ιστορίας, τη σχολαστική, κρυφή ξυλουργική- όταν είσαι νέος. Εμείς οι συγγραφείς είμαστε σαν παπαγάλοι, δεν μπορούμε να μάθουμε να μιλάμε όταν είμαστε μεγάλοι.
– από συνέντευξή του στον Plinio Apuleyo Mendoza
Επικεντρωθείτε στην τεχνική:
Όταν είσαι μεγαλύτερος, όταν η έμπνευση μειώνεται, βασίζεσαι περισσότερο στην τεχνική. Αν δεν την έχεις κατακτήσει, όλα καταρρέουν. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως γράφεις πολύ πιο αργά, με πολύ περισσότερη προσοχή και ίσως με λιγότερη έμπνευση. Αυτό είναι το μεγάλο πρόβλημα του επαγγελματία συγγραφέα.
– από συνέντευξή του, το 1985, στους New York Times
Επικεντρωθείτε στη συγγραφή, όχι στην καριέρα σας:
Υπάρχει ένας Γάλλος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Τουλούζης που γράφει για τη λατινοαμερικανική λογοτεχνία· πολλοί νέοι συγγραφείς τού έγραψαν λέγοντάς του να μην γράφει τόσα πολλά για εμένα, καθώς δεν το είχα πια ανάγκη, ενώ άλλοι άνθρωποι το είχαν ανάγκη. Αλλά αυτό που ξεχνούν είναι πως όταν ήμουν στην ηλικία τους οι κριτικοί δεν έγραφαν για μένα, αλλά για τον Miguel Angel Asturias. Αυτό που προσπαθώ να εξηγήσω είναι πως οι νέοι συγγραφείς σπαταλούν τον χρόνο τους γράφοντας σε κριτικούς αντί να δουλεύουν πάνω στο δικό τους γραπτό. Είναι πιο σημαντικό να γράφεις από το να γράφουν για σένα. Ένα πράγμα που πιστεύω πως ήταν πολύ σημαντικό για τη λογοτεχνική μου καριέρα ήταν το ότι μέχρι τα σαράντα μου χρόνια δεν εισέπραξα ούτε ένα σεντ από συγγραφικά δικαιώματα, αν και είχα δημοσιεύσει πέντε βιβλία.
– από συνέντευξή του, το 1981, στο The Paris Review
Γράψτε την επόμενη ιστορία σας (και εμπιστευτείτε τους φίλους σας):
«Σε κάθε περίπτωση, αυτή η ιστορία ανήκει ήδη στο παρελθόν», κατέληξε [ο φίλος μου Jorge Álvaro Espinosa]. «Αυτό που τώρα έχει σημασία είναι η επόμενη ιστορία».
Ήμουν αρκετά έκπληκτος και ανόητος ώστε να ψάξω για επιχειρήματα που υποστήριζαν το αντίθετο, μέχρι που κατάλαβα ότι καμία συμβουλή που άκουσα ποτέ μου δεν ήταν πιο έξυπνη από τη δική του. Εξέθεσε την ακλόνητη πεποίθηση ότι έπρεπε να συλλάβεις πρώτα την ιστορία και μετά το στυλ, αλλά κι ότι το καθένα εξαρτιόταν από το άλλο, εφόσον παρέμεναν υπό την υποτέλεια του μαγικού ραβδιού των κλασικών. Αφιέρωσε επίσης λίγο χρόνο στη γνώμη του, την οποία επαναλάμβανε συχνά, ότι έπρεπε να διαβάσω τους Έλληνες με ουσιαστικό, αμερόληπτο τρόπο, και όχι μόνο τον Όμηρο - τον μόνο που είχα διαβάσει, γιατί απαιτούταν για το απολυτήριό μου. Υποσχέθηκα ότι θα το έκανα, και ζήτησα να ακούσω κι άλλα ονόματα, αλλά εκείνος άλλαξε θέμα και άρχισε να μιλάει για το The Counterfeiters του André Gide, που είχε διαβάσει εκείνο το Σαββατοκύριακο. Ποτέ δεν βρήκα το κουράγιο να του πω ότι η συζήτησή μας ενδεχομένως να καθόρισε την πορεία της ζωής μου. Έμεινα ξύπνιος όλο το βράδυ σχεδιάζοντας την επόμενη ιστορία μου, που δεν είχε τη ροή της πρώτης.
– από το «How I Became a Writer», που δημοσιεύτηκε στο The New Yorker το 2003
Μη διστάσετε να δημιουργήσετε τους δικούς σας κανόνες - αλλά φροντίστε να τους ακολουθείτε:
[Όταν διάβασα τον Κάφκα,] ξαφνικά κατάλαβα πόσες διαφορετικές δυνατότητες υπήρχαν στη λογοτεχνία εκτός από τα ορθολογικά και αυστηρώς ακαδημαϊκά παραδείγματα που είχα συναντήσει στα σχολικά βιβλία της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Ήταν σαν να έσκιζα μια ζώνη αγνότητας. Με τα χρόνια, ωστόσο, ανακάλυψα ότι δεν μπορείς να εφεύρεις ή να φανταστείς ό,τι θέλεις, γιατί τότε κινδυνεύεις να μην πεις την αλήθεια και τα ψέματα είναι πιο σοβαρά στη λογοτεχνία παρά στην πραγματική ζωή. Ακόμα και η πιο φαινομενικά αυθαίρετη δημιουργία έχει τους κανόνες της. Μπορείς να πετάξεις το φύλλο συκής του ορθολογισμού, μόνο αν δεν καταλήξεις στο απόλυτο χάος και στον παραλογισμό.
– από συνέντευξη στον Plinio Apuleyo Mendoza
Πιστέψτε στην ιστορία σας:
Πάντα είχα μια ιδέα για το τι ήθελα να κάνω, αλλά κάτι έλειπε και δεν ήμουν σίγουρος τι ήταν μέχρι που μια μέρα ανακάλυψα τον σωστό τόνο - τον τόνο που χρησιμοποίησα τελικά στα Εκατό Χρόνια Μοναξιά. Βασίστηκε στον τρόπο που η γιαγιά μου έλεγε τις ιστορίες της. Διηγούταν ιστορίες που ακούγονταν υπερφυσικές και φανταστικές, άλλα το έκανε με απόλυτη φυσικότητα. Όταν τελικά βρήκα τον τόνο που έπρεπε να χρησιμοποιήσω, κάθισα δεκαοκτώ μήνες και δούλευα κάθε μέρα... Σε προηγούμενες απόπειρές μου να γράψω το Εκατό Χρόνια Μοναξιά, προσπάθησα να πω την ιστορία χωρίς να πιστεύω σε αυτήν. Ανακάλυψα ότι αυτό που έπρεπε να κάνω ήταν να πιστέψω ο ίδιος στην ιστορία και να την αφηγηθώ έχοντας την ίδια έκφραση που είχε και η γιαγιά μου όταν έλεγε τις ιστορίες της: με πρόσωπο σαν από πέτρα.
– από συνέντευξή του, το 1981, στο The Paris Review
Εμπιστευτείτε τη διαίσθησή σας, όχι την ευφυΐα σας:
Έμπνευση είναι όταν βρίσκεις το σωστό θέμα, ένα θέμα που σου αρέσει πολύ· που κάνει τη δουλειά πολύ πιο εύκολη. Η διαίσθηση, η οποία είναι επίσης απαραίτητη για τη συγγραφή μυθοπλασίας, είναι μια ειδική ικανότητα που σας βοηθά να αποκρυπτογραφήσετε τι είναι πραγματικό χωρίς να χρειάζεστε επιστημονική γνώση ή οποιοδήποτε άλλο ειδικό είδος μάθησης. Οι νόμοι της βαρύτητας μπορούν να κατανοηθούν πολύ πιο εύκολα με τη διαίσθηση σε σχέση με οτιδήποτε άλλο μέσο. Είναι ένας τρόπος να αποκτήσεις εμπειρία χωρίς να κοπιάσεις πολύ. Για έναν μυθιστοριογράφο, η διαίσθηση είναι απαραίτητη. Βασικά, είναι το αντίθετο από τον διανοητισμό, που μάλλον είναι το πράγμα που απεχθάνομαι περισσότερο στον κόσμο - με την έννοια ότι ο πραγματικός κόσμος μετατρέπεται σε ένα είδος στατικής θεωρίας. Η διαίσθηση έχει το πλεονέκτημα του «είτε είναι είτε δεν είναι». Δεν δυσκολεύεσαι προσπαθώντας να βάλεις ένα κυκλικό καρφί σε μια τετράγωνη τρύπα.
– από συνέντευξή του, το 1981, στο The Paris Review
Όσο καλύτερα γνωρίζετε το θέμα σας, τόσο πιο συνοπτικός πρέπει να είστε:
Ο Graham Greene μού δίδαξε πώς να κατανοήσω την τροπική ζώνη, αν μη τι άλλο. Το να ξεχωρίσεις τα ουσιώδη στοιχεία ενώ μιλάς για κάτι που γνωρίζεις πολύ καλά είναι εξαιρετικά δύσκολο. Είναι όλα τόσο οικεία που δεν ξέρεις από πού να ξεκινήσεις κι έχεις τόσα πολλά να πεις που καταλήγεις να μην μεταδίδεις καμία γνώση. Αυτό ήταν το πρόβλημά μου με την τροπική ζώνη. Διάβασα τον Χριστόφορο Κολόμβο, την Πιγαφέτα και τους άλλους εξερευνητές των Ινδιών με μεγάλο ενδιαφέρον, εκτιμώντας το όραμά τους. Είχα διαβάσει επίσης τους Salgari και Conrad και τους «τροπικούς συγγραφείς» της Λατινικής Αμερικής στις αρχές του εικοστού αιώνα, που έβλεπαν τα πάντα υπό το πρίσμα του Μοντερνισμού, και πολλούς άλλους, αλλά πάντα έβρισκα μια τεράστια διαφορά μεταξύ των εκδοχών που παρουσίαζαν και του αληθινού. Μερικοί από αυτούς έπεφταν στην παγίδα της απλής απαρίθμησης των πραγμάτων και, παραδόξως, όσο μεγαλύτερη ήταν η λίστα τόσο πιο περιορισμένη φαινόταν η ματιά τους.
Άλλοι, όπως γνωρίζουμε, έχουν υποκύψει στη ρητορική υπερβολή. Ο Graham Greene έλυσε αυτό το λογοτεχνικό πρόβλημα με πολύ ακριβή τρόπο - χρησιμοποιώντας μερικά ανόμοια στοιχεία που συνδέονται με μια εσωτερική συνοχή τόσο λεπτή όσο και πραγματική. Χρησιμοποιώντας αυτή τη μέθοδο, μπορείτε να περιορίσετε ολόκληρο το αίνιγμα των τροπικών περιοχών στο άρωμα ενός σάπιου γκουάβα.
– από συνέντευξή του στον Plinio Apuleyo Mendoza
Στη δημοσιογραφία μονάχα ένα ψέμα καταστρέφει όλη την αξιοπιστία της δουλειάς σου. Αντίθετα, στη μυθοπλασία μονάχα μια αλήθεια χαρίζει αξιοπιστία σε ολόκληρο το έργο σου. Αυτή είναι η μόνη διαφορά, και έχει να κάνει με την αφοσίωση του συγγραφέα. Ένας μυθιστοριογράφος μπορεί να γράψει ό,τι θέλει, αρκεί να κάνει τους ανθρώπους να πιστέψουν σε αυτό.
– από συνέντευξή του, το 1981, στο The Paris Review
Χρησιμοποιήστε τα τεχνάσματά σας:
Δεν μπορείς να είσαι συγγραφέας χωρίς τεχνάσματα. Αυτό που έχει σημασία είναι η νομιμότητα αυτών των τεχνασμάτων, μέχρι ποιο σημείο μπορούν να χρησιμοποιηθούν και σε ποιο βαθμό.
– από συνέντευξή του, το 2005, στο VQR
Φροντίστε το σώμα σας (και μην γράφετε μεθυσμένος):
Ένα πράγμα που έγραψε ο Χέμινγουεϊ και μου έκανε μεγάλη εντύπωση ήταν ότι η συγγραφή για αυτόν ήταν σαν την πυγμαχία. Φρόντιζε για την υγεία και την ευεξία του. Ο Φώκνερ είχε τη φήμη του αλκοολικού, αλλά σε κάθε συνέντευξη που έδινε έλεγε ότι ήταν αδύνατο να γράψει έστω μια γραμμή όταν ήταν μεθυσμένος. Το ίδιο είπε και ο Χέμινγουεϊ. Κάποιοι κακοί αναγνώστες με ρώτησαν αν είχα πάρει ναρκωτικά όταν έγραφα κάποια από τα έργα μου. Αυτό δείχνει ότι δεν ξέρουν τίποτα για τη λογοτεχνία ή για τα ναρκωτικά. Για να είσαι καλός συγγραφέας πρέπει να είσαι απόλυτα διαυγής σε κάθε στιγμή της συγγραφής, και να έχεις καλή υγεία. Είμαι ενάντια στη ρομαντική έννοια που υποστηρίζει ότι η πράξη της γραφής είναι θυσία και ότι όσο χειρότερες είναι οι οικονομικές συνθήκες ή η συναισθηματική σου κατάσταση, τόσο καλύτερη είναι η γραφή. Νομίζω ότι πρέπει να είσαι σε πολύ καλή συναισθηματική και σωματική κατάσταση. Η λογοτεχνική δημιουργία για μένα απαιτεί καλή υγεία και η Χαμένη Γενιά το κατάλαβε αυτό. Ήταν άνθρωποι που αγαπούσαν τη ζωή.
– από συνέντευξή του, το 1981, στο The Paris Review
Και πάνω από όλα, συνεχίστε να γράφετε:
Η μόνη σοβαρή συμβουλή είναι να συνεχίσετε να γράφετε, να συνεχίσετε και να συνεχίσετε να γράφετε.
– από συνέντευξή του, το 1979, με την Katherine Ashton για το The Harvard Advocate
(BOOKPRESS)
ΓΝΩΣΤΑ ΑΠΟΦΘΕΓΜΑΤΑ ΤΟΥ ΜΑΡΚΕΣ:
Μη σταματάς ποτέ να χαμογελάς. Επειδή δεν ξέρεις ποιος θα μπορούσε να ερωτευτεί το χαμόγελό σου.
Κανένας δεν αξίζει τα δάκρυά σου, αλλά όποιος και τα αξίζει, δε θα σε κάνει να κλάψεις.
Αυτός που περιμένει πολύ, δεν πρέπει να περιμένει πολλά.
Αυτό που έχει σημασία στη ζωή δεν είναι τι σου συμβαίνει, αλλά τι θυμάσαι και πώς το θυμάσαι.
Όλα τα ανθρώπινα πλάσματα έχουν τρεις ζωές: τη δημόσια, την ιδιωτική και τη μυστική.
Δεν πιστεύω στον Θεό, αλλά τον φοβάμαι.
Και να θυμάσαι πάντα πως το πιο σημαντικό σ’ ένα γάμο δεν είναι η ευτυχία, αλλά η σταθερότητα.
Ένα ψέμα είναι πιο βολικό από την αμφιβολία, πιο χρήσιμο από την αγάπη και πιο ανθεκτικό από την αλήθεια.
Η καρδιά ελαχιστοποιεί τις κακές αναμνήσεις και μεγαλοποιεί τις καλές.
Αν μια γυναίκα καταπιαστεί με κάτι, ξέρω σίγουρα, ότι θα τα καταφέρει. Είμαι απόλυτα βέβαιος, ότι οι γυναίκες κυβερνούν τον πλανήτη.
Μια στιγμή συμφιλίωσης έχει περισσότερη αξία από μια φιλία, που κρατάει όλη μας τη ζωή…
Σ’ αγαπώ, όχι για το ποιος είσαι, αλλά για το ποιος είμαι εγώ όταν είμαι δίπλα σου.
(thessalonikiartsandculture)
..... "Αν ο Θεός ξεχνούσε για μια στιγμή ότι είμαι μια μαριονέτα φτιαγμένη από κουρέλια και μου χάριζε ένα κομμάτι ζωή, ίσως δεν θα έλεγα όλα αυτά που σκέφτομαι, αλλά σίγουρα θα σκεφτόμουν όλα αυτά που λέω εδώ. Θα έδινα αξία στα πράγματα, όχι γι' αυτό που αξίζουν, αλλά γι' αυτό που σημαίνουν. Θα κοιμόμουν λίγο, θα ονειρευόμουν πιο πολύ, γιατί για κάθε λεπτό που κλείνουμε τα μάτια, χάνουμε εξήντα δευτερόλεπτα φως. Θα συνέχιζα όταν οι άλλοι σταματούσαν, θα ξυπνούσα όταν οι άλλοι κοιμόνταν. Θα άκουγα, όταν οι άλλοι μιλούσαν και πόσο θα απολάμβανα ένα ωραίο παγωτό σοκολάτα!
Αν ο Θεός μου δώριζε ένα κομμάτι ζωή, θα ντυνόμουν λιτά, θα ξάπλωνα μπρούμυτα στον ήλιο, αφήνοντας ακάλυπτο όχι μόνο το σώμα αλλά και την ψυχή μου. Θεέ μου, αν μπορούσα, θα έγραφα το μίσος μου πάνω στον πάγο και θα περίμενα να βγει ο ήλιος. Θα ζωγράφιζα μ' ένα όνειρο του Βαν Γκογκ πάνω στα άστρα ένα ποίημα του Μπενεντέτι κι ένα τραγούδι του Σερράτ θα ήταν η σερενάτα που θα χάριζα στη σελήνη. Θα πότιζα με τα δάκρυά μου τα τριαντάφυλλα, για να νοιώσω τον πόνο από τ' αγκάθια τους και το κοκκινωπό φιλί των πετάλων τους...
Θεέ μου, αν είχα ένα κομμάτι ζωή... Δεν θα άφηνα να περάσει ούτε μία μέρα χωρίς να πω στους ανθρώπους που αγαπώ, ότι τους αγαπώ. Θα έκανα κάθε άνδρα και γυναίκα να πιστέψουν ότι είναι οι αγαπητοί μου και θα ζούσα ερωτευμένος με τον έρωτα.
Στους ανθρώπους θα έδειχνα πόσο λάθος κάνουν να νομίζουν ότι παύουν να ερωτεύονται όταν γερνούν, χωρίς να καταλαβαίνουν ότι γερνούν όταν παύουν να ερωτεύονται! Στο μικρό παιδί θα έδινα φτερά, αλλά θα το άφηνα να μάθει μόνο του να πετάει. Στους γέρους θα έδειχνα ότι τον θάνατο δεν τον φέρνουν τα γηρατειά, αλλά η λήθη. Έμαθα τόσα πράγματα από σας, τους ανθρώπους... Έμαθα πως όλοι θέλουν να ζήσουν στην κορυφή του βουνού, χωρίς να γνωρίζουν ότι η αληθινή ευτυχία βρίσκεται στον τρόπο που κατεβαίνεις την απόκρημνη πλαγιά. Έμαθα πως όταν το νεογέννητο σφίγγει στη μικρή παλάμη του, για πρώτη φορά, το δάχτυλο του πατέρα του, το αιχμαλωτίζει για πάντα. Έμαθα πως ο άνθρωπος δικαιούται να κοιτά τον άλλον από ψηλά μόνο όταν πρέπει να τον βοηθήσει να σηκωθεί. Είναι τόσα πολλά τα πράγματα που μπόρεσα να μάθω από σας, αλλά δεν θα χρησιμεύσουν αλήθεια πολύ, γιατί όταν θα με κρατούν κλεισμένο μέσα σ' αυτή τη βαλίτσα, δυστυχώς θα πεθαίνω.
Να λες πάντα αυτό που νοιώθεις και να κάνεις πάντα αυτό που σκέφτεσαι. Αν ήξερα ότι σήμερα θα ήταν η τελευταία φορά που θα σ' έβλεπα να κοιμάσαι, θα σ' αγκάλιαζα σφιχτά και θα προσευχόμουν στον Κύριο για να μπορέσω να γίνω ο φύλακας της ψυχής σου. Αν ήξερα ότι αυτή θα ήταν η τελευταία φορά που θα σ' έβλεπα να βγαίνεις από την πόρτα, θα σ' αγκάλιαζα και θα σού 'δινα ένα φιλί και θα σε φώναζα ξανά για να σου δώσω κι άλλα. Αν ήξερα ότι αυτή θα ήταν η τελευταία φορά που θα άκουγα τη φωνή σου, θα ηχογραφούσα κάθε σου λέξη για να μπορώ να τις ακούω ξανά και ξανά. Αν ήξερα ότι αυτές θα ήταν οι τελευταίες στιγμές που σ' έβλεπα, θα έλεγα "σ' αγαπώ" και δεν θα υπέθετα, ανόητα, ότι το ξέρεις ήδη. Υπάρχει πάντα ένα αύριο και η ζωή μας δίνει κι άλλες ευκαιρίες για να κάνουμε τα πράγματα όπως πρέπει, αλλά σε περίπτωση που κάνω λάθος και μας μένει μόνο το σήμερα, θα ΄θελα να σου πω πόσο σ' αγαπώ κι ότι ποτέ δε θα σε ξεχάσω.
Το αύριο δεν το έχει εξασφαλίσει κανείς, είτε νέος είτε γέρος. Σήμερα μπορεί να είναι η τελευταία φορά που βλέπεις τους ανθρώπους που αγαπάς. Γι' αυτό μην περιμένεις άλλο, κάν' το σήμερα, γιατί αν το αύριο δεν έρθει ποτέ, θα μετανιώσεις σίγουρα για τη μέρα που δε βρήκες χρόνο για ένα χαμόγελο, μια αγκαλιά, ένα φιλί και ήσουν πολύ απασχολημένος για να κάνεις πράξη μια τελευταία τους επιθυμία. Κράτα αυτούς που αγαπάς κοντά σου, πες τους ψιθυριστά πόσο πολύ τους χρειάζεσαι, αγάπα τους και φέρσου τους καλά, βρες χρόνο για να τους πεις "συγνώμη", "συγχώρεσέ με", "σε παρακαλώ", "ευχαριστώ" κι όλα τα λόγια αγάπης που ξέρεις. Κανείς δε θα σε θυμάται για τις κρυφές σου σκέψεις. Ζήτα απ' τον Κύριο τη δύναμη και τη σοφία για να τις εκφράσεις. Δείξε στους φίλους σου τι σημαίνουν για σένα."
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου