Αυτό, λοιπόν, το κείμενο παρουσιάζεται με διαφορετικό ύφος κάθε φορά, σαν ένα λεκτικό παιχνίδι ή, αν θέλετε, ένα είδος λεκτικής άσκησης, ανάλογα με τη διαφορετική οπτική γωνία από την οποία το βλέπει κάποιος, το είδος της γλώσσας που χρησιμοποιεί, το σκοπό για τον οποίο γράφεται, το είδος του αφηγητή ή το είδος του κειμένου. Ο τρόπος γραφής θυμίζει κάποια αστυνομικού περιεχομένου βιβλία στα οποία η πλοκή εξελίσσεται μέσα από τις αφηγήσεις διαφορετικών προσώπων, τα οποία ή έχουν αντιληφθεί την κατάσταση διαφορετικά ή έχουν προσωπικό όφελος να την παρουσιάσουν διαφορετικά.
Με την υφολογική αυτή ποικιλία ο συγγραφέας προβάλλει τη σημασία του ύφους στον γραπτό λόγο και πετυχαίνει αισθητικά ένα αρκετά καλό αποτέλεσμα, καταφέρνοντας να δώσει χιουμοριστικές διαστάσεις σε ένα απλό, ασήμαντο γεγονός.
Πολύ καλή είναι η μετάφραση του Αχιλλέα Κυριακίδη και ομολογουμένως δύσκολο το έργο του, επειδή δεν είναι εύκολο να αποδοθεί το ύφος ενός τέτοιου είδους βιβλίου από τη γαλλική στην ελληνική γλώσσα.
Πολύ χρήσιμο, κατά τη γνώμη μου, σε όσους διδάσκουν τη Νεοελληνική Γλώσσα! Υπάρχουν, μάλιστα, στο βιβλίο της Γραμματικής της Νέας Ελληνικής Γλώσσας του Γυμνασίου δύο παραλλαγές του βιβλίου, ως παραδείγματα για το κεφάλαιο ΥΦΟΛΟΓΙΑ:
Υφολογία
α. Η έννοια του ύφους
Παρακάτω παρατίθενται δύο κείμενα, τα οποία αναφέρονται στο ίδιο φανταστικό
γεγονός. Προέρχονται από το βιβλίο του Ρεϊμόν Κενό, Ασκήσεις ύφους,
σε ελληνική απόδοση του Αχιλλέα Κυριακίδη. Διατηρείται εδώ η ορθογραφία του πρωτότυπου
μεταφρασμένου κειμένου.
Aφήγηση
Μια μέρα γύρω στο μεσημέρι, στην περιοχή του πάρκου Μονσό, πάνω στην
πλατφόρμα ενός σχεδόν πλήρους λεωφορείου της γραμμής S (σήμερα 84), πρόσεξα
έναν άνθρωπο με πολύ μακρύ λαιμό, που φορούσε ένα μαλακό καπέλο, που είχε γύρω
του ένα πλεχτό κορδόνι αντί για κορδέλα. Ο άνθρωπος αυτός τα ’βαλε ξαφνικά με
τον διπλανό του, κατηγορώντας τον πως επίτηδες του πατούσε τα πόδια κάθε φορά
που επιβάτες ανέβαιναν ή κατέβαιναν. Εγκατέλειψε πάντως νωρίς τη συζήτηση, για
να ριχτεί σε μια θέση που άδειασε.
Δυο ώρες αργότερα, τον ξαναείδα μπροστά
στο σταθμό Σεν Λαζάρ, να συζητάει μεγαλοφώνως μ’ ένα φίλο του, που τον
συμβούλευε να μικρύνει το άνοιγμα του πέτου του παλτού του, βάζοντας έναν
έμπειρο ράφτη να του ράψει λίγο ψηλότερα το πάνω πάνω κουμπί.
Modern Style
Σ’ ένα αστικό, μια μέρα γύρω στο μεσημέρι, υπήρξα μάρτυς της ακόλουθης
μικρής κωμικοτραγωδίας. Ένας τζιτζιφιόγκος, που τον κατέτρυχε ένας μακρύς
λαιμός και (άλλο πάλι τούτο) ένα μικρό σιρίτι ολόγυρα από το καπέλο του (είναι
πολύ της μόδας, αλλά εγώ δεν το πάω καθόλου) με την πρόφαση πως τάχα μου έπεφτε
γερό σπρώξιμο, βγήκε του διπλανού μ’ ένα τουπέ, που πρόδινε ένα χαρακτήρα
αδύνατο, και τον κατηγόρησε πως του ποδοπατούσε συστηματικά τα λουστρίνια του
κάθε φορά που ανέβαιναν ή κατέβαιναν κυρίες και κύριοι που κατευθύνονταν προς
το Σαμπερέ. Ο τύπος δεν περίμενε ούτε στο ελάχιστο μιαν απόκριση που, το δίχως
άλλο, θα τον έφερνε να γίνει χαλκομανία στο πάτωμα και σκαρφάλωσε με ζωηράδα
στο υπερώο, όπου τον καρτερούσε ένα ελεύθερο κάθισμα, γιατί ένας απ’ τους
χρήστες του οχήματός μας μόλις είχε πατήσει το πόδι του στη λιωμένη άσφαλτο του
πεζοδρομίου της πλατείας Περέρ.
Δύο ώρες αργότερα, καθώς τώρα βρισκόταν η
αφεντιά μου στο υπερώο, είδα ξανά το παιδαρέλι, για το οποίο σας μίλησα πιο πάνω,
που ’δειχνε ν’ απολαβαίνει πλέρια τα λεγόμενα ενός νεαρού λιμοκοντόρου, που
οπωσδήποτε το ’παιζε συμβουλάτοράς του για το πώς φοριέται ένα κοντομάνικο στο
καθωσπρέπει.
Τα δύο κείμενα που διαβάσατε αναφέρουν το
ίδιο συμβάν, παρ’ όλα αυτά όμως η περιγραφή γίνεται με διαφορετικά γλωσσικά
μέσα. Στο πρώτο, που ο συγγραφέας τού δίνει τον τίτλο «Αφήγηση»,
χρησιμοποιείται ένα ουδέτερο λεξιλόγιο, χωρίς ιδιαίτερους χαρακτηρισμούς, με
μια σύνταξη και μορφολογία συνηθισμένη, όπως θα ταίριαζε σε ένα απλό αφηγηματικού
είδους κείμενο. Στο δεύτερο, που ο συγγραφέας τού δίνει τον τίτλο «Modern
Style» (μοντέρνο ύφος), ονομασία που σχετίζεται με μια τάση γραφής
ορισμένων καλλιτεχνών και συγγραφέων στη μεταπολεμική Δυτική Ευρώπη,
χρησιμοποιούνται λέξεις του καθημερινού λεξιλογίου με υποκειμενικούς
χαρακτηρισμούς και σχόλια υποκειμενικά, με μια σύνταξη που κινείται μεταξύ της
σύνταξης του προφορικού και του γραπτού λόγου.
Η διαφορά στα δύο κείμενα είναι διαφορά
ύφους (ή διαφορά στιλ). Το ύφος είναι, μπορεί να πει κανείς, ο ιδιαίτερος
τρόπος με τον οποίο ο ομιλητής (ή ο συγγραφέας), συνδυάζοντας γλωσσικά στοιχεία
που έχει επιλέξει, εκφράζει ένα συμβάν, μια σκέψη του, ένα συναίσθημα κτλ. Οι
ορισμοί που έχουν διατυπωθεί από τους επιστήμονες για το ύφος είναι πάρα
πολλοί, ώστε να μην μπορούμε σήμερα να δεχτούμε έναν ανεπιφύλακτα. Ορισμένοι
από αυτούς είναι οι παρακάτω:
Το ύφος είναι ο ίδιος ο
άνθρωπος (Buffon).
Ύφος είναι το ίδιο το
κείμενο (Riffatere).
Το ύφος δεν είναι τίποτε
άλλο παρά ο τρόπος της γλωσσικής χρήσης (Anderegg).
Η ενασχόληση με το ύφος, την έννοιά του
και τον ορισμό του, καθώς και η ερευνητική ενασχόληση με τις αποκλίσεις που
παρουσιάζει ένα κείμενο από την κοινή χρήση μιας γλώσσας (νόρμα) δημιούργησαν
έναν κλάδο επιστημονικό που ονομάζεται Υφολογία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου